Αντιμετώπιση μεγάλων πετρελαιοκηλίδων

 

Δρ Κώστας Παπασταύρος

Η οργάνωση για αντιμετώπιση μεγάλης κλίμακας πετρελαιορύπανσης από εργασίες έρευνας/εξόρυξης ή και μεταφοράς (μέσω ατυχίας αγωγού) ή ακόμη και προσάραξης/σύγκρουσης πετρελαιοφόρου, είναι θέμα πολύπλοκο που άπτεται της ανάγκης λήψης μέτρων σε επίπεδα πολιτικής, νομοθεσίας και πρακτικής εκ μέρους κυρίως του κράτους, της βιομηχανίας και άλλων εμπλεκόμενων φορέων.

Ενδεικτικά, η έκρηξη της εξέδρας γεώτρησης σε κοιτάσματα πετρελαίου Deepwater Horizon στον Κόλπο του Μεξικού στις 20 Απριλίου 2010 και η επακόλουθη τεράστια διαρροή πετρελαίου από την πετρελαιοπηγή στον βυθό της θάλασσας προκάλεσε σημαντική περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική ζημία. Συγκεκριμένα, έντεκα ζωές χάθηκαν από την έκρηξη και την πυρκαγιά που ακολούθησε. Υπολογίζεται ότι 5 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου είχαν διαρρεύσει στον ωκεανό μέχρι να σταματήσει η διαρροή, μετά από 85 ημέρες, και ότι ρυπάνθηκαν 350 – 450 χιλιόμετρα ακτών των ΗΠΑ. Η οικονομική ζημιά αποτιμάται σε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια.

Ο ευρωπαϊκός κλάδος υπεράκτιας εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν έμεινε αλώβητος από σοβαρά ατυχήματα στο παρελθόν, όπως έδειξαν τα ατυχήματα στις εξέδρες άντλησης Piper Alpha και Alexander Kielland στη Βόρειο Θάλασσα. Κατόπιν αυτών, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έχουν θεσπίσει τα τελευταία χρόνια αυστηρές απαιτήσεις ασφαλείας και καθεστώτα κανονιστικών ρυθμίσεων. Ωστόσο, η εμπειρία από το ατύχημα στην εξέδρα Deepwater Horizon έχει οδηγήσει σε ειλικρινή προβληματισμό και στην Ευρώπη σχετικά με το κατά πόσον το σημερινό ρυθμιστικό πλαίσιο και οι πρακτικές επαρκούν από την άποψη της ασφάλειας, της ετοιμότητας και αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.

Στα νερά της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στη Μεσόγειο, υπάρχουν σήμερα περισσότερες από 100 εγκαταστάσεις που λειτουργούν και έχουν αναφερθεί σχέδια να αρχίσουν νέες έρευνες στις ζώνες της Ελλάδας, Μάλτας και της Κύπρου. Εξάλλου, έρευνα για πετρέλαιο και φυσικό αέριο ή αντίστοιχη παραγωγή διενεργείται σε άμεση γειτονία με την ΕΕ, στα ανοικτά των ακτών της Αλγερίας, την Κροατίας, της Αιγύπτου, του Ισραήλ, της Λιβύης, της Τυνησίας, της Τουρκίας και της Ουκρανίας. Λόγω του ημίκλειστου χαρακτήρα και της ιδιαίτερης υδροδυναμικής της Μεσογείου Θαλάσσης, ένα ατύχημα του είδους που συνέβη στον Κόλπο του Μεξικού  θα μπορούσε να έχει άμεσες διασυνοριακές αρνητικές συνέπειες στη μεσογειακή οικονομία και στα εύθραυστα θαλάσσια και παράκτια οικοσυστήματα. Η μη αποτελεσματική αντιμετώπιση των κινδύνων που προέρχονται από τέτοιες δραστηριότητες μπορεί να υποσκάψει σοβαρά τις προσπάθειες της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Σλοβενίας, της Μάλτας και της Κύπρου για την επίτευξη και τη διατήρηση καλής περιβαλλοντικής κατάστασης των θαλάσσιων υδάτων τους, όπως απαιτεί η Οδηγία Πλαίσιο 2008/56/ΕΚ για τη θαλάσσια στρατηγική, καθώς και η συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβαν η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Γαλλία, η Σλοβενία, η Μάλτα, η Κύπρος και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση της Βαρκελώνης.

Τον προβληματισμό, λοιπόν, αυτό υπαγορεύει επίσης ο μετασχηματισμός του ευρωπαϊκού κλάδου εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου που ανταποκρίνεται στη σταδιακή εξάντληση των «εύκολων» κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η έρευνα μετακινείται προς πιο πολύπλοκα περιβάλλοντα που χαρακτηρίζονται από κοιτάσματα υψηλής πίεσης/υψηλής θερμοκρασίας, μεγαλύτερα βάθη ή/και ακραίες κλιματικές συνθήκες που μπορεί να περιπλέξουν τον χειρισμό των υποθαλάσσιων εγκαταστάσεων και την αντιμετώπιση περιστατικών. Παράλληλα, οι εγκαταστάσεις παραγωγής από ώριμα κοιτάσματα είναι πεπαλαιωμένες και συχνά τις αναλαμβάνουν προς εκμετάλλευση ειδικευμένες επιχειρήσεις με μικρότερη κεφαλαιακή επιφάνεια.

Η ΕΕ έχει συμφέρον να διατηρήσει την εγχώρια παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, για λόγους ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς και για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και των επιχειρηματικών ευκαιριών της ευρωπαϊκής οικονομίας. Μολονότι δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθούν πλήρως οι κίνδυνοι από τις περισσότερες ανθρώπινες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένου του κλάδου της υπεράκτιας εκμετάλλευσης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, πρέπει να κατοχυρώνεται η ασφάλεια και η ακεραιότητα των εργασιών και η μέγιστη προστασία των πολιτών και του περιβάλλοντος. Με αυτά τα δεδομένα, ασφαλώς, η πρόληψη είναι καλύτερη σε σχέση με την εκ των υστέρων λήψη μέτρων για αντιμετώπιση της ρύπανσης.